Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ

ΔΥΟ ΞΕΧΑΣΜΕΝΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ
Η έλλειψη του αληθινού πόθου να γνωρίση ο άνθρωπος τον Χριστό και να τον αγαπήση εξ όλης της ισχύος, εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της διανοίας του στάθηκε σ’ όλες τις εποχές εμπόδιο στη ζωή των ανθρώπων.
Με την πάροδο του χρόνου η ευαγγελική εικόνα του καλού Ποιμένος και της ποίμνης του προκαλεί σε πολλούς αντίδραση. Βαρέθηκαν οι άνθρωποι να είναι τα λογικά πρόβατα της ποίμνης του Χριστού και προτίμησαν να γίνουν αγριοκάτσικα. Στην εποχή μας κορυφώνεται αυτή η στάση, με αποτέλεσμα να χάσουν ακόμα και οι λέξεις την έννοιά τους, και οι άνθρωποι την ύπαρξή τους. Με τη φαινομενική τους αυτονόμηση και αρχομανία, έπαψαν οι άνθρωποι να υπάρχουν κάτω από τη σκέπη του Δημιουργού τους.
Συνεπώς πρόκειται για ένα πρόβλημα χαρακτηριστικό των ψεύτικων θρησκειών και αιρέσεων, διότι όσο απομακρύνεται ο άνθρωπος από την Αλήθεια, τόσο χάνει την ύπαρξή του. Και όσο την χάνει, τόσο προσπαθεί να ζη μέσω άλλων. Του εγείρεται η ανάγκη “κακών”, αντιφρονούντων και εχθρών. Σαν τον Φαρισαίο της Ευαγγελικής περικοπής αισθάνεται δικαιωμένος, όταν έρχεται αντιμέτωπος με έναν χειρότερο και κατώτερό του. Όπου δε δεν υπάρχει τέτοιος εχθρός, δεν διστάζει να τον φαντά­ζεται.
 
Έτσι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες φαντάζονταν τους Χριστιανούς των πρώτων αιώνων ως εχθρούς τους, οι αιρεσιάρχες τους πιστούς στα δόγματα της εκκλησίας, οι εικονομάχοι αυτούς που προσκυ­νούντες και τιμώντες τις ιερές εικόνες. Όλοι πολεμούσαν με λύσσα τους όντως Χρι­στια­νούς χωρίς να υπάρχει η παραμικρή απειλή εκ μέρους των Χριστιανών.
Στη συνέχεια θεωρήθηκε η θανάτωση Χριστιανού ως πράξη “ευλογη­μένη” που είχε ως αποτέλεσμα την άφεση αμαρτιών, όπως συνέβη στους σχισματικούς Παπικούς κατά τις Σταυροφορίες, ή ως κλειδί για τον παράδεισο για τους Μουσουλμάνους. Δηλαδή η διαστροφή στο ύψιστο σημείο: η πλασματική εχθρότητα του άλλου ως προϋπόθεση για τη δι­καί­ωση του ανθρώπου. Ένας τέτοιος άνθρωπος ζει; Όχι βέβαια.
Παρά ταύτα έχει διαποτισθή με αυτή τη νοοτροπία ιδιαίτερα ο Ευ­ρω­­παίος, κυρίως κατά τις τελευταίες τρεις εκατονταετίες. Τότε άρχισαν οι ιδρύσεις “εθνικών” κρατών στην ευρώπη, κυρίως δε μετά τη Γαλλική επα­νάσταση. Πως μπορούσε τώρα ο άνθρωπος ενός κράτους να δεχθή ότι είχε αποκοπή από τον μέχρι χθες συμπολίτη του, σήμερα υπήκοο άλλου κράτους, αν όχι μόνο με τη βοήθεια τεχνιτών ιδεολογιών, βασι­σμένων στην εικόνα του εχθρού - κινδύνου για τον πολιτισμό, την ανάπτυξη ή ακόμα και για την εδαφική ακεραιότητα;
Τον 19ο και 20ο αιώνα ενισχύθηκαν αυτές οι ιδεολογίες και “επιστημονικά”, με πρωταγωνιστή τον φαρμακοποιό και στρατιωτικό γιατρό του Ναπολέοντος Juυiοn-Jύsοpό Virοy, ο οποίος και επωνομάστηκε “πατέρας του επιστημονικού ρατσισμού”. Ο Virοy κυκλοφόρησε την «Ι­στο­ρία του ανθρωπίνου γένους» σε δύο εκδόσεις, το 1801 και το 1824, όπου υποστήριξε ότι ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους σε δύο δόσεις, πρώτα τον μαύρο ως ένα ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ πιθήκου και ανθρώπου, και έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα τον λευκό, τον πραγματικό άνθρωπο. Στην δε δεύτερη έκδοση υποστήριξε ότι ο άνθρωπος που ζει σε θερμά κλίματα παθαίνει χαλάρωση των διανοητικών ικανοτήτων του, με άλλα λόγια, του ξηραίνεται το μυαλό, με αποτέλεσμα έναν «κατώτερο πολιτισμό, λιγώτερο γνήσιο θάρρος, λιγότερη εργατικότητα και δεξιο­τεχνία. Είναι περισσότερο δοσμένος στις απολαύσεις των αισθήσεων παρά στην αίσθηση του ηθικού». Το συμπέρασμα του Virοy: «Υπάρχουν ανισότητες εκ φύσεως, άρα χρειάζονται και τεχνητές ανισότητες για να λειτουργή η κοινωνία με τον ίδιο αρμονικό τρόπο σαν τη φύση».
Μια “ομαλή” εξέλιξη ξεκίνησε απ’ αυτή τη θεωρία διά μέσου των μετρήσεων της κρανικής διαμέτρου που διεξήγαγαν ο Marx και ο Bismarck για διαπίστωση φυλετικής γνησιότητος μέχρι τις θεωρίες περί της “Αρείας” φυλής του Χιτλερικού Εθνικοσοσιαλισμού.
Αυτές οι εθνικιστικές αντιλήψεις που στηρίζονται αποκλειστικά στην υπεροχή του ενός έθνους έναντι των άλλων έχουν εξορίσει την έννοια του Πατριωτισμού από την Ευρώπη.
Αλλιώς όμως είχαν τα πράγματα στον τόπο μας. Δεν ήταν ο εχθρός προϊόν της φαντασίας και ιδεολογίας, αλλά υπαρκτός κατακτητής. Δεν ταιριάζει ο όρος «επανάσταση» με την έννοια των επαναστάσεων στον Ευ­ρωπαϊκό χώρο, αλλά επρόκειτο για απελευθερωτικό αγώνα, για απο­τίναξη του ξένου ζυγού και για επιστροφή –όσο βέβαια ήταν δυνατό– στην προηγούμενη κατάσταση.
Οι Άγιοι καλλιεργητές του πνεύματος των υποδούλων Ελλήνων, όπως ο Άγ. Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Άγ. Μακάριος Κορίνθου και ο Άγ. Αθανάσιος ο Πάριος δεν προσπάθησαν να συσπείρουν τους Έλληνες επιδεικνύοντας συνεχώς τον εχθρό, αλλά ενισχύοντας την αγάπη για τον Χριστό και τον συνάνθρωπο και διδά­σκοντας εν έργω και λόγω τα δόγματα και το ήθος της Εκκλησίας.
Ακριβώς το αντίθετο συνέβη και συμβαίνει ακόμα στην προτε­σταντική Δύση. Εκεί οι ιθύνοντες προσπαθούν να συγκρατήσουν το λαό κοντά τους με κινδυνολογίες και εκφοβισμούς.
Τα αποτελέσματα αυτής της συγχύσεως των πραγμάτων και της νέας νοοτροπίας τα βιώνουμε έντονα τον τελευταίο καιρό: Όπως χάθηκε η έννοια του πατριώτου και πήρε τη θέση του η έννοια του εθνικιστού, δηλ. εκείνου για τον οποίο η πατρίδα έχει αξία μόνο όταν και εφ’ όσον υπάρχουν εχθροί, έτσι χάθηκε και η έννοια του Χριστιανού, την θέση του οποίου πήρε η έννοια του θρησκολήπτου, δηλ. εκείνου για τον οποίο ο Χριστός έχει αξία μόνο όταν και εφ’ όσον υπάρχουν αντίχριστοι.
Δυστυχώς κι’ εμείς έχουμε επηρεασθεί απ’ αυτό το πνεύμα, κι’ εμείς ξεχνάμε κατά καιρούς ότι είμαστε παιδιά του Θεού, και ενίοτε μας ενώνει η φοβία και ο τρόμος.
Ας γίνη η επέτειος της Παλιγγενεσίας μια αφορμή να πάψουμε να παριστάνουμε τα αγρικάτσικα, να ενταχθούμε στη μια ποίμνη υπό ένα Ποιμένα. Τότε θα έχουμε και θα νιώθουμε τη χαρά να υπάρχουμε και να ζούμε εν Χριστώ.
Για να εξετάσουμε πόσο πλησιάζουμε αυτή την ιδανική κατάσταση, χρειάζεται απλά να απαντήσουμε με ειλικρίνεια στο ερώτημα: Μας χρειάζονται οι εχθροί για να αγαπήσουμε την πατρίδα μας; Μας χρειάζεται ο Αντίχριστος για να αγαπήσουμε τον Χριστό;
Αν ναί, πρέπει να ψαχθούμε στην εντατική.
Αν όχι, ας αψηφήσουμε τα σημεία των καιρών και ας προχωρήσουμε ενωμένοι. Μπορούμε να φέρουμε και νέα παλιγγενεσία, άρχει και σήμερα ο Χριστός, υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι του Θεού που μπορούν να μας φέρουν τον Χριστό κοντά μας. Ο Σταυρός του Χριστού δεν ήταν μόνο στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου λάβαρο και τρόπαιο. Είναι και σήμερα και θα είναι έως της συντελείας του κόσμου «φρικτόν» θέαμα στα μάτια των (α)δυνάμεων του σκότους!
π. Γεώργιος Χάας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Μαρτίου 2011
Τεύχος 105

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου