Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Περί ἐχθρῶν καί ψευδαδέλφων

Εἶναι γνωστό σέ ὅλους τό γεγονός ὅτι στίς κρίσιμες στιγμές τῆς ζωῆς μας, ξυπνοῦν δυνάμεις πού δέν ξέραμε κάν ὅτι τίς εἴχαμε. Ὅσο πιό δύσκολες οἱ περιστάσεις, τόσο πιό πολλές οἱ ἀφανεῖς δυνάμεις πού ἔρχονται στήν ἐπιφάνεια γιά νά μᾶς βοηθήσουν νά τά βγάλουμε πέρα. Κι εἶναι αὐτές οἱ στιγμές κατ’ ἐξοχήν πού φανερώνουν καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους τόν χαρακτῆρα μας. 
Τό ἴδιο συμβαίνει καί στή ζωή τῶν λαῶν. Ἰδίως τό δικό μας ἔθνος ἔχει ἀναδείξει σέ κρίσιμες στιγμές ἕνα πλῆθος ἰδιαίτερα ὡραίων ἀνθρώπων κι εἶναι τιμή μας νά λέμε ὅτι ἔχουμε τό ἴδιο αἷμα μ’ αὐτούς.
Ὅπως, ὅμως, ὁ κίνδυνος φανερώνει τίς κρυφές ἀρετές καί τήν μέχρι τότε ἀφανῆ γενναιότητα, ἔτσι φανερώνει καί τήν κρυφή κακία, τή μικροπρέπεια καί τή λανθάνουσα προδοσία. Ὅλοι ὅσοι «ἔταξαν στή ζωή τους νά φυλάττουν Θερμοπῦλες» γνωρίζουν πολύ καλά ὅτι ὁ Ἐφιάλτης εἶναι κρυμμένος κάπου στά βουνά, περιμένοντας τίς «προτάσεις» τῶν βαρβάρων! 

Ἔχουμε συνηθίσει νά ἀκοῦμε ὅτι ὁ λαός μας εἶναι ἀπό τούς ἀρχαιότερους τῆς γῆς. Δέν εἶναι βέβαιο, ὅμως, ὅτι συνειδητοποιοῦμε ὅτι αὐτό σημαίνει πώς γεράσαμε. Δηλαδή, ἄν μετρηθοῦμε μέ τόν χρόνο τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, εἴμαστε ἕνας ἡλικιωμένος ἄνθρωπος. Κι ἀπ’ τούς παπποῦδες καί τίς γιαγιάδες του περιμένει κανείς νά ἔχουν φιλοσοφήσει τή ζωή, νά εἶναι γεμᾶτοι σοφία καί κατανόηση, νά ἔχουν σωστή κρίση, νά βλέπουν πιό βαθειά ἀπ’ τήν ἐπιφάνεια καί νά συμβουλεύουν μέ διάκριση καί γνώση.
Ἔτσι, θά ἔπρεπε νά ξέρουμε πιά τό ποιοί εἴμαστε, τί εἴχαμε, τί χάσαμε καί γιατί εἴχαμε ὅ,τι εἴχαμε καί χάσαμε ὅ,τι χάσαμε. 
Θά ἔπρεπε νά ξέρουμε γιατί διαφέρουμε ἀπό ὅλους τούς ἄλλους λαούς τῆς γῆς. 
Θά ἔπρεπε νά ξέρουμε ὅτι ἡ γῆ πού κατοικοῦμε, μᾶς ἀνήκει. Εἶναι τό σπίτι μας. Κάποτε εἴχαμε ἕνα μεγάλο, πλούσιο σπίτι. Δικό μας. Δέν τό κλέψαμε ἀπό κανέναν. Ἀλλά οἱ γείτονες τό ζήλεψαν καί ἦρθαν νά ἁρπάξουν ὅ,τι μποροῦσαν καί νά μᾶς διώξουν. Καί τώρα οἱ γείτονες τό ξέρουν ὅτι μένουν σ’ ἕνα κλεμμένο σπίτι. Καί θά ἔπρεπε νά τό ξέρουμε κι ἐμεῖς. 
Θά ἔπρεπε νά ξέρουμε ὅτι οἱ λαοί τῆς Δύσης εἶναι ὅλοι καταπατητές μιᾶς ξένης γῆς, ἅρπαγες μιᾶς Γνώσης πού δέν πηγάζει ἀπ’ αὐτούς, γι’ αὐτό καί δέν ξέρουν νά τήν διαχειριστοῦν, γι’ αὐτό καί κατάντησαν τή Γνώση, Τεχνολογία. Τό ὅτι τό κάνουν αὐτό γιά πολλά χρόνια, δέν τούς καταξιώνει. Τό ὅτι οἱ λευκοί ἄποικοι ἀφάνισαν τούς λαούς τῆς Ἀμερικῆς –καί ἄλλαξαν ἀκόμη καί τό ὄνομα τῆς ἠπείρου κατά τήν εὐχαρίστησή τους– δέν τούς κάνει ἰδιοκτῆτες τῆς γῆς πού κατοικοῦν. Τό ὅτι θέλουν νά πείσουν τήν οἰκουμένη ὅτι ἡ ζωή τῆς ἠπείρου ξεκίνησε ἀμέσως μόλις τήν ἀνακάλυψαν αὐτοί, ἄλλο δέν φανερώνει παρά τήν ἀλαζονεία τους νά θεωροῦν πραγματικό μόνο αὐτό πού ξέρουν ἐκεῖνοι! Γεγονός εἶναι ὅτι τή γῆ πού κατοικοῦν τήν ἔκλεψαν, ἀφοῦ τήν πότισαν μέ τό αἷμα τῶν λαῶν στούς ὁποίους ἀνῆκε. Κι αὐτό τό ξέρουν. Κι οἱ Ἐρινύες δέν τούς ἀφήνουν νά ἡσυχάσουν. Γι’ αὐτό παριστάνουν τούς ὑπερασπιστές τοῦ δικαίου καί ἀστυνομεύουν ὅλον τόν πλανήτη, νομίζοντας ὅτι ἔτσι θά ἐξιλεωθοῦν. 
Τά Γερμανικά καί τά Φράγκικα φῦλα πού τελικά πλημμύρισαν τά ὅρια τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καί ἅρπαξαν τά ἐδάφη της,  ἤξεραν ὅτι κατοικοῦν σέ γῆ πού δέν τούς ἀνήκει. Γι’ αὐτό καί δέν μποροῦν νά ἀνεχτοῦν τό δικόν μας λαό πού τοῦ ἀνήκει κάθε κόκκος ἅμμου, κάθε χορταράκι, κάθε πετρούλα τῆς ἐλάχιστης γῆς πού τοῦ ἄφησαν. Γι’ αὐτό καταλαβαίνουν καί συμπαθοῦν καί σπεύδουν νά ὑπερασπιστοῦν καί κάθε σφετεριστή πού θέλει νά ἁρπάξει κι αὐτός ὅ,τι μπορεῖ ἀπό μᾶς. Ἡ Ἀνατολή εἶναι ὁ γείτονας πού θαυμάζει καί ζηλεύει τό σπίτι μας καί τό κλέβει λίγο-λίγο. 
Ἡ Δύση εἶναι ὁ γείτονας πού ζηλεύει τήν πνευματική δύναμη καί αὐτάρκεια τοῦ λαοῦ μας καί θέλει νά τά παρουσιάζει δικά της.
Ὁ Βορρᾶς δέν μᾶς συγχωρεῖ τό ὅτι τούς κάναμε ἀνθρώπους ἀπό ἀγρίμια, τούς μάθαμε νά ζοῦν πολιτισμένα, τούς δώσαμε Πίστη, Γλῶσσα καί ὀντότητα. 
Ὁ Νότος, εὐτυχῶς, ἔχει ὅριο τή θάλασσα. 
Κι ἐμεῖς, μέσα στή μέση, ζαλισμένοι, λεηλατημένοι, ἀποπροσανατολισμένοι, ἀλλά καί ὑπεύθυνοι τῆς κατάντιας μας. Γιατί οἱ Ἐφιάλτες ἔχουν πληθύνει ἀνησυχητικά στό λαό μας. Καί τό πιό ἐπικίνδυνο δεῖγμα εἶναι –δυστυχῶς– αὐτό τῶν ἀνθρώπων πού θέλουν νά παρουσιάζονται «θρησκευόμενοι» καί γίνονται αἰτία νά  «βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἐν τοῖς ἔθνεσι» κι οἱ ἄνθρωποι νά τινάζουν τά ροῦχα τους ὅταν ἀκοῦν «χριστιανός».
Αὐτοί εἶναι πού, ἐνῶ δέν βλέπουν οὔτε τίς μῦτες τῶν παπουτσιῶν τους, θέλουν νά παρουσιάζονται ὅτι εἶναι φάροι πού φωτίζουν καί θέλουν νά ὁδηγοῦν ἀνθρώπους –ποῦ; Στό σκοτάδι τῆς μικρονοητικότητας καί τῶν ψυχαναγκασμῶν τους. 
Αὐτούς ἀπαξιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας: «διά δέ τούς παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τήν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἥν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσονται». Ἀκόμα καί τόν Ἀπόστολο Παῦλο ἤθελαν νά «κόψουν καί νά ράψουν» στά μέτρα τους, γι’ αὐτό τόν ἀναγκάζουν νά διακηρύξει τήν ἄρνησή του νά τούς μοιάσει –εὐτυχῶς γιά μᾶς!...
Στούς ἐχθρούς καί στούς ἀντιπάλους μας μπορεῖ νά ἀποδίδουμε εὐθῦνες γιά τίς κακές προθέσεις τους. Τί νά ποῦμε ὅμως γι’ αὐτούς πού τούς «μάρανε» ἡ νομιμότητα -ὅπως τόν προδότη στρατηγό τοῦ Δυρραχίου Ἰωάννη Βρανᾶ– καί ὁδήγησαν τούς Νορμανδούς τοῦ Γουλιέλμου νά καταλάβουν τή Θεσσαλονίκη τό 1185 καί νά σφάξουν 7000 κατοίκους της; Κι αὐτοί γιά τήν πατρίδα τους ἀνησυχοῦσαν –ὑποτίθεται!
Ἤ, τί νά ποῦμε γιά τούς προδότες Ἀγγέλους πού ἔφεραν τούς Φράγκους μέσα στήν Πόλη γιά νά τούς βάλουν διαιτητές τῶν μεταξύ τους διαμαχῶν, μέ ἀποτέλεσμα νά κερδίσουν καί τό δικό τους θάνατο
καί τή διάλυση τῆς αὐτοκρατορίας; 
Τί νά ποῦμε γιά τόν Δημήτριο Παλαιολόγο πού συμμάχησε μέ τούς Τούρκους γιά νά ἐπιτεθεῖ στούς ἴδιους τούς ἀδερφούς του; 
Τί νά ποῦμε γιά ὅλα τά σκοτισμένα μυαλά πού ἐξακολουθοῦν νά δουλεύουν ἐνάντια σέ κάθε καλό, ἐπιλέγοντας πάντα αὐθόρμητα καί ἀλάνθαστα τό χειρότερο, τό πιό βλαβερό γιά τό λαό μας; Πού ἀνοίγουν τίς πῦλες καί στρώνουν τό δρόμο γιά νά «διαβοῦν οἱ Πέρσες»; 
Πού δέν διστάζουν νά χρησιμοποιήσουν ψέμματα καί συκοφαντίες ἐναντίον κάθε ἄμεμπτου ἀνθρώπου, ἀπό τήν ὕπαρξη καί μόνο τοῦ ὁποίου ἐλέγχονται;
Αὐτοί ἦταν καί εἶναι ἡ καταστροφή τοῦ λαοῦ μας. Αὐτοί ἦταν καί εἶναι ἡ ντροπή τοῦ λαοῦ μας. Αὐτοί ἦταν καί εἶναι ἡ αἰσχύνη ὅλων ἐκείνων πού φύλατταν καί «φυλάττουν Θερμοπύλας». Αὐτούς πρέπει νά ξεχωρίσουμε καί νά ἀπομονώσουμε ἀπό ἀνάμεσά μας. Γιατί, στό τέλος, θά καταφέρουν νά μᾶς κάνουν ὅλους νά τούς μοιάσουμε! Ὁ Θεός νά μᾶς φυλάξει!!! 
Νινέττα Βολουδάκη 
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἰουνίου-Ἰουλίου 2012
Τεῦχος 120
http://www.agnikolaos.gr/index.php


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου