Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Η Ελλάδα έπαψε να λέει όχι μετά το 1940;



Θρηνητική ἑορτή κατήντησε ἐδῶ καί χρόνια ἡ ἀντιστασιακή καί ἔνδοξη ἐπέτειος τοῦ Ἔθνους μας τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940 ἐναντίον τοῦ Ἄξονος Παπισμοῦ - Σιωνισμοῦ μέ προκάλυμμα τή Γερμανία, ἐξ αἰτίας τῆς τωρινῆς καταστάσεως τῆς Πατρίδος μας.
Φέτος, μάλιστα, χρειάζεται νά προστεθῆ στόν θρῆνο «κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς», γιατί ἡ Ἑλλάς «κλαίουσα τά τέκνα της οὔκ ἤθελε παρακληθῆναι», ἀφοῦ δέν ἔχει πλέον ὑπερασπιστάς οὔτε τῆς Πίστεώς της οὔτε τῆς Πατρίδος της!
Ο ὀδυρμός δέν οφείλεται μόνο στό ὅτι οἱ συνθῆκες τοῦ σήμερα –ρετουσαρισμένες, βέβαια, μέ τό μακιγιάζ τῆς ἐποχῆς– εἶναι ἀπόλυτα ταιριαστές μέ τίς συνθῆκες τοῦ τότε –συνθῆκες κατάμαυρες, ἐκκλησιαστικῶς καί πολιτειακῶς– ἀλλά στό ὅτι σήμερα ἀπουσιάζει, σχεδόν παντελῶς, ἀπό τόν λαό μας ἡ ἀντιστασιακή του δύναμη καί ἀπό τόν πολιτικό χῶρο δέν βρίσκεται οὔτε ἕνας μέ τήν πίστη καί τήν ψυχή τοῦ Μεταξᾶ, γιά νά φανερώση ξανά στό Ἐσωτερικό καί στό Ἐξωτερικό τήν εἰδοποιό διαφορά τῆς Ἑλληνικῆς ψυχῆς, πού ἔκανε τήν Ἑλλάδα νά μήν πεθαίνη, ἀκόμη καί ὅταν τά ἔθνη τήν καταδίκαζαν καί τήν ὁδηγοῦσαν σέ μυρίους θανάτους.
Τήν Ἑλληνική ψυχή, μέχρι χθές, δέν μποροῦσε νά τήν ἀπει­λήση κανείς ἐπίγειος φόβος, γιατί ἦταν συνυφασμένη μέ τόν ἀθάνατο Χριστό καί γι’ αὐτό εἶχε καί ἀπόλυτη βεβαιότητα γιά τήν ἀθανασία της.
Σήμερα τά πράγματα ἔχουν ἀλλάξει. Τά Μνημόνια τοῦ 1940, πού εἶχε τό σθένος νά ἀρνηθῆ ὁ Μεταξᾶς –καθώς μέ ἀδιάσειστα στοι­χεῖα ἀποδεικνύει ἡ μακαριστή κόρη τουΛουκία, πνευματικό τέκνο τοῦ μεγάλου ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου– τά ὑπέγραψαν καί τά ὑπογράφουν μέ μεγάλη προθυμία οἱ σημερινοί πολιτικοί μας ἄρχοντες καί σπεύδουν νά πουλήσουν τόν Χριστό γιά νά λάβουν χρυσό!
Οἱ ἴδιοι Ἄξονες Βατικανό – Ντοῦτσε τότε, Βατικανό μέ ἀπάτριδα Πάπα καί αἰχμή τοῦ δόρατός του τήν Γερμανίδα Μέρκελ σήμερα, ζητοῦν τά πάντα ἀπό τήν χώρα μας γιά νά μᾶς κόψουν χάρτινα νομίσματα, σάν νά εἴμαστε ἐμεῖς ἀνίκανοι νά κόψουμε τά δικά μας χαρτονομίσματα, ὅπως κάναμε πάντοτε, τότε πού δέν εἴχαμε κανέναν ἀνάγκη.
Τότε, τό ’40 πού δέν ὑποκύψαμε καί εἴπαμε ΟΧΙ, μᾶς ἀπείλησαν μέ πόλεμο, ἀλλά τότε πιστεύαμε στόν Χριστό καί στήν Παναγία μας καί ὄχι μόνο στό ὅτι εἴμαστε μικρή Χώρα καί γι’ αὐτό πρέπει νά λέμε ΝΑΙ! Ὁ Σταυρός πού προσευχήθηκε τό βράδυ ἐκεῖνο τοῦ Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 ὁ Μεταξᾶς γιά νά εἰπῆ τό ΟΧΙ, σώζεται μέχρι σήμερα σέ ἕνα πολύ πνευματικό Μοναστήρι. Καί τότε, τό ’40, ἀνέλαβε πάλι τόν ἀγῶνα ἡ Παναγία μας ὡς Ὑπέρμαχος Στρατηγός καί ἐνεφανίσθη πολλές φορές καί σέ πολλούς! Οἱ μάρτυρες τῶν γεγονότων αὐτῶν ζοῦν μέχρι τίς μέρες μας.
Τώρα, ὅμως, τά δεδομένα ἔχουν ἀλλάξει. Οὔτε πολιτικοί μέ τό σθένος καί τήν Πίστη τοῦ ’40 βρίσκονται στήν Ἑλληνική Βουλή, οὔτε εἶναι σίγουρο πώς ἄν σέ ἕνα ἐνδεχόμενο πόλεμο ἐμφανισθῆ ἡ Παναγία μας, οἱ στρατιῶτες μας θά τήν ἀναγνωρί­σουν! Τόσο πολύ ἔχουμε ἀλλοτριωθεῖ, πού γίναμε ἀγνώριστοι καί στούς ἴδιους μας τούς ἑαυτούς!
Σήμερα, λοιπόν, μέ αὐτό μας τό κατάντημα, ἔχει γίνει πιά χει­ρο­πιαστή ἡ εὐθύνη ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν προσώπων καί ἰδιαιτέρως τῶν τιτλούχων τῆς Ἐκκλησίας. «Ὕπνος βαρύς στά μάτια μας ἁπλώνεται ὁλοένα» ἐνῶ τά πάντα σείονται καί χά­νεται ἡ Ψυχή τῆς ψυχῆς μας. Οἱ πολιτικοί ἀσελγοῦν στό ἦθος τοῦ λαοῦ μας μέ τόν διαβόητο Ἀντιρατσιστικό ἄνομο νόμο τους καί οἱ ἐκκλησιαστικοί Φύλακες τῆς Πίστεως δέν βρίσκουν σ’ αὐτόν κανένα ψεγάδι καί τόν συνυπογράφουν ἄλλοι μετά κρότου καί ἄλλοι μετά σιωπῆς! Κάποια ξεπετάγματα ἀπ’ τό βαρύ ὕπνο Ἐπισκόπων – Ποιμένων μεγιστοποιοῦν τήν εὐθύνη τους, ἀφοῦ οἱ ὀργισμένες ἐξάρσεις δέν ὁδηγοῦν πουθενά πέρα ἀπό τή δημιουργία ἐντυπώσεων σέ ἀφελεῖς.
Ἀλήθεια, πῶς πιστεύουν ὅτι θά ἀποτιναχθῆ ἡ πολιτική κατάντια τῆς Βουλῆς, ὅσοι κατά καιρούς παρωτρύνουν τά νειᾶτα νά ἐξεγερθοῦν καί νά ἐπαναστατήσουν στό κατεστημένο; Μέ ἐπανάσταση ὅπλων ἤ μέ δικτατορία; Μέ ποιά δύναμη τά παιδιά θά παλέψουν τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, τό ὁποῖο –μέ κόλπα πού θά ζήλευε καί ὁ διάβολος– κατώρθωσε νά θεωρεῖται τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ὡς προσβολή τῆς συνειδήσεως τῶν βαπτισμένων μαθητῶν γιά νά ἐπιτύχουν τήν ἀπαλλαγή τους; Πῶς θά εἰποῦν ΟΧΙ τά παιδιά στήν πολύπλευρη στυγνή δικτατορία, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ Ἱεράρχες τρέμουν καί χάνουν τά λόγια τους μπροστά στούς πολιτικούς; Μέ ἀρχιερατικούς ἐξορ­κισμούς τοῦ κακοῦ καί ἐθνικές κορῶνες μπορεῖ νά ὑπάρξη ἀλλαγή, ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν ἐκθρέψη πολιτικούς μέ τό ἀνόθευτο πνεῦμα Της, γιά νά ἀναλάβουν τή διακυβέρνηση τῆς Πατρίδος μας καί νά ἀναστήσουν τήν Ἑλληνική ψυχή;
Εἶναι ὥρα νά διερωτηθοῦν οἱ Ἱεράρχες μας –μόνοι μόνῳ Θεῷ- ἄν εἶναι ἀποφασισμένοι νά μετανοήσουν ἔμπρακτα γιά τήν μέχρι σήμερα ποιμαντική τους, γιατί ἡ μετάνοια –ὅπως πολλάκις ἐτόνισε ὁ Ἀρχιεπίσκοπός μας– εἶναι ἡ ἀρχή γιά τήν λύση τῶν προβλημάτων μας; Νά διερωτηθοῦν ἄν θέλουν, τελικά, πνευματικούς ἀνθρώ­πους γιά πολιτικούς ἤ ἄν βολεύονται στήν ἄσκηση τοῦ λειτουργή­ματός τους μέ τούς ἀμοραλιστές πολιτικούς. Νά διερωτηθοῦν, ἀρκε­τοί Ἱεράρχες μας, τό γιατί ἔχουν στό περιβάλλον τους καί στίς ἐκκλησιαστικές Ὑπηρεσίες ἀνθρώπους κάθε ἄλλο παρά εὐ­λα­βεῖς καί ἀποφεύγουν, σάν μολυσμένους, ἀνθρώπους μέ ἦ­θος καί μεμαρτυρημένη εὐσέβεια; Πόσα, ἄραγε, εὐσεβῆ παιδιά ἱερέων ἤ ἐκκλησιαστικῶν ἐθελοντῶν βρίσκουν ἐργασία σέ ἐκκλησιαστικούς ὀργανισμούς;
Ὁ λαός μας βγάζει συμπεράσματα. Ὅταν βλέπη Ἱεράρχες νά εὐνοοῦν διαπλεκομένους ἀνθρώπους καί ἀσχέτους μέ τήν πνευματική ζωή, παραδίδοντάς τους ἐκκλησιαστικές Ὑπηρεσίες ὑψίστης σημασίας καί ἐκκλησιαστική Διαχείριση, τότε ἀβίαστα συμπεραίνει ὅτι οἱ Ἱεράρχες αὐτοί ἐπιλέγουν, ἐνισχύουν καί συντάσσονται ἀπολύτως μόνο μέ πολιτικούς τῆς ἴδιας ποιότητος.
Ὁ λαός συμπεραίνει, ὅτι οἱ πολιτικοί πού ἔχουμε τήν τε­λευ­ταία 50ετία δέν προέκυψαν τυχαῖα ἀλλά εἶναι ἀποτέλεσμα συνεργίας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως!
Δέν εἶναι δικές μας συκοφαντίες αὐτά πού γράφουμε γιά τήν κατάσταση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Τά ἔχει ἀπό τό 1975 καταγγείλει δημοσίως στό βιβλίο του «Τό δρᾶμα ἑνός Ἀρχιεπισκόπου» ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος ὁ Α΄. Μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἡ κακοδαιμονία τῆς Πατρίδος μας ὀφείλεται κυρίως στήν ἐκλογή ἀναξίων ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν δημιουργήσει ἕνα «ἐκκλησιαστικό κατεστημένο» ἀνάλογο μέ τῶν πολιτικῶν: Γράφει ἐπί λέξει: «Αὐτό τό κατεστημένο ἔχει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: 1) μίαν ἐλευθεριότητα περί τά γενετήσια, πού φθάνει ὄχι μόνον μέχρι τοῦ νά τήν ἀνέχεται, ἀλλά καί τοῦ νά ὑποθάλπῃ ἀκόμη τάς σεξουαλικάς διαστροφάς, 2) τήν διά παντός ἐπιδίωξιν ἀποκτήσεως ὑλικῶν ἀγαθῶν καί ἀπολαύσεων, ἀκόμη καί διά διαρπαγῆς τῆς ἱερᾶς περιουσίας τῆς Ἐκκλησίας, 3) ἕνα ἄκρατον δεσποτισμόν, πού ἐκράτει καί κρατεῖ τούς ὑπολοίπους κληρικούς εἰς τήν θέσιν τῶν μουζίκων καί 4) τήν δημιουργίαν καί διατήρησιν ἑνός στενοῦ κύκλου προσώπων, πού ἐφρόντιζαν καί ἀκόμη καί σήμερα φροντίζουν μέ κάθε μέσον νά μήν διαφύγῃ ἀπό τάς χεῖρας των ἡ διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπί τοῦ τελευταίου τούτου θά μοῦ ἐπιτραπῇ νά ἀναφέρω μίαν συνομιλίαν μου μέ κάποιον μακαρίτην τώρα Μητροπολίτην. Ἡ συνομιλία αὐτή πρέπει νά εἶχε γίνει περί τό 1940, ἤτοι πρό 35 ἐτῶν, μοῦ εἶχεν ὅμως κάμει τόσην ἐντύπωσιν, ὥστε τήν ἐνθυμοῦμαι σάν νά ἔγινε χθές. Καίτοι ἤμουν ἀκόμη νεοχειροτόνητος, ἀλλά ἐπειδή ἤμουν ἀρκετά μεστωμένος εἰς τήν ἡλικίαν, δέν ἐδίσταζα νά ἐκφράζω πρός τούς πάντας ἀπολύτως ἐλευθέρως τάς σκέψεις καί γνώμας μου. Συνεζήτουν, λοιπόν, μέ τόν μακαρίτην διά τήν ἀνάγκην νά ἐκλέγωνται ὡς ἐπίσκοποι οἱ κληρικοί ἐκεῖνοι, πού διέθεταν πρό παντός ἦθος, ἀλλά καί πραγματικήν μόρφωσιν καί ἀποδεδειγμένας ἱκανότητας καί εἶχαν ἤδη ἐργασθῆ εὐεργετικῶς ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ συζήτησίς μας εἶχε γίνει εἰς τό Γραφεῖον μου ἐντός τοῦ κτιρίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὅπου τότε ὑπηρέτουν ὡς Γραμματεύς καί τήν συνεχίζαμεν ἀκόμη, καθ’ ἥν ὥραν ὁ μακαρίτης ἔφευγε. Κατέβαινε τήν σκάλαν καί ἐστραμμένος πρός ἐμέ, πού εὑρισκόμην εἰς τό ἐπάνω πλατύσκαλον μοῦ εἶπε μέ τήν διακρίνουσαν αὐτόν ἐλευθεροστομίαν τά ἑξῆς, πού δέν μπορῶ νά τά λησμονήσω: «Βρέ Ἱερώνυμε, ἄκου νά σοῦ πῶ· ἐμεῖς θά κάνουμε δεσποτάδες κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν δική μας. Θά εἶναι σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας καί ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν μας. Κατάλαβες;» Κατάλαβα ... τό «ἐκκλησιαστικό κατεστημένο» εἶχε τήν ἀξίωσιν νά διαιωνίσῃ τήν μονοκρατορίαν του.»! (ὅ. ἀ. σελ. 134-135)

Ἡ εὐθύνη εἶναι τεράστια. Μᾶς βαρύνει ὅλους. Πρῶτα τούς Ἐπισκόπους καί κα­τό­πιν ἐμᾶς τούς Πρεσβυτέρους πού κρατᾶμε τό στόμα μας κλειστό!
Εἴμαστε τό συνέδριο τῶν Ἐπισκόπων μας. Εἴτε τό θέλουν εἴτε ὄχι! Δέν εἴμαστε ὑπάλληλοι! Καί ὀφείλουμε μέ ἀφορμή τήν ἐθνική μας ἐπέτειο νά εἰποῦμε τό δικό μας πνευματικό ΟΧΙ! Νά εἰ­ποῦ­με μέ κάθε σεβασμό πρός τήν Ἱεραρχία μας ὅτι πρέπει νά πείση τόν λαό μας ὅτι ἀγαπᾶ τήν Ἀλήθεια καί ὄχι μόνο λόγια ἀληθείας. Νά πείση τόν λαό μας ὅτι μάχεται τό σαθρό «κατεστημένο», πού περιέγραψε ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος.
Μιά Ἱεραρχία, ὅμως, πού δέν θά προσπαθήσει οὔτε τό αὐτονόητο: νά ἐπιβάλη τά ἔντυπα ψηφοδέλτια στίς ἀρχιεπισκοπικές καί ἐπισκοπικές ἐκλογές ἀλλά θα ἐξακολουθήση στόν 21ο αἰῶνα τή χειρόγραφη ψη­φο­­φορία(!), γιά νά ἐλέγχονται ποιοί Ἱεράρχες ψήφισαν ποιόν, σαφῶς δέν θά μπορέση νά πείση τόν λαό, οὔτε θα μπορέση νά τοῦ προσφέρη αὐ­τό πού πραγ­­ματικά χρειάζεται, ἰδίως σ’ αὐτές τίς ἐξαιρετικά δύσκολες μέρες!
Ἀπό τό ΟΧΙ τοῦ 1940 μέχρι σήμερα δέν ἔχει ἀκουσθῆ ἄλλο ΟΧΙ τόσο ἠχηρό, ἀποτελεσματικό καί σωτήριο γιά τήν ὑπόσταση τοῦ Γένους μας. Εἶναι εὐχή ἐγκάρδια ὅλων μας καί ἱκετευτική πρός τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί Παναγία μας τό ΟΧΙ αὐτό νά μήν εἶναι καί τό τελευταῖο!

Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
πρωτοπρεσβύτερος

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ορθόδοξος Τύπος" την Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 
Πηγή

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου