Οἱ Ἐκκλησιαστικὲς καὶ οἱ Ἐθνικὲς ἑορτὲς εἶναι πάντοτε ὁρόσημα
καὶ ὁδοδεῖκτες τοῦ παρόντος καὶ τοῦ μέλλοντος. Τῆς παρούσης ζωῆς καὶ τῆς
Μελλούσης.
Εἰδικότερα στὸ Ἔθνος μας, οἱ Ἐθνικὲς ἑορτές –ὅπως αὐτή τῆς
Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας, πού θά ἑορτάσουμε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, στίς 25
Μαρτίου– συμπίπτουν πάντοτε μὲ μεγάλες ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ νὰ
τονίζουν σὲ ὅλους μας ὅτι ἡ Ἱστορία μας σ’ αὐτὴ τὴ γῆ εἶναι καὶ τὸ πρόκριμα γιὰ
τὴν ζωή μας μετὰ θάνατον, γιὰ τὴν Αἰώνια Ζωή μας! Εἶναι, μάλιστα,
χαρακτηριστικό τό γεγονός ὅτι στίς Ἐθνικές Ἐπετείους ἑορτάζουμε τήν ἡμέρα τῆς ἐνάρξεως
τοῦ ἐνόπλου ἀγῶνος καί ὄχι τήν ἡμέρα τῆς νικηφόρου ἐκβάσεώς του. Καί τοῦτο,
διότι «ἀπό Θεοῦ ἀρχόμεθα», ἀπό τόν Θεό πρέπει νά ἀρχίζουμε, ἀλλά καί γιατί ἡ
βαθειά Πίστη μας σέ Ἐκεῖνον μᾶς δίδει τήν σιγουριά καί τήν ἀνάπαυση ὅτι θά ἐπιτρέψη
νά μᾶς συμβῆ αὐτό πού μακροπρόθεσμα εἶναι τό πνευματικό μας συμφέρον καί ὄχι τό
δικό μας κοντόφθαλμο θέλημα.
Αὐτὴ ἡ συμπόρευση τῆς Θρησκευτικότητός μας μὲ τὴν
καθημερινότητά μας ἀπορρέει ἀπὸ τὰ Δόγματα τῆς Πίστεώς μας, ποὺ μᾶς ἐπιτάσσουν
νὰ μὴν κάνουμε τίποτα στὴ ζωή μας τὸ ὁποῖο νὰ μὴν ἐκφράζη τὴν ἀκρίβεια τῆς
Πίστεώς μας.