ΕΡΜΗΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΓΡΑΦΕΣ
Κύριε, είναι δυνατόν να αγνοείς αυτά που σου λέω ή να βλέπεις μόνο για ορισμένο χρόνο αυτά που γίνονται στο χρόνο;
Τότε γιατί σου τα διηγούμαι όλα τόσο εξαντλητικά; Όχι βέβαια για να τα μάθεις από μένα, αλλά για να κάνω την καρδιά μου και την καρδιά αυτών που με διαβάζουν να ξυπνήσει και να νιώσει λαχτάρα, και όλοι μαζί να πούμε: «μέγας Κύριος και αινετός σφόδρα».
Το είπα και το λέω ξανά: τα διηγούμαι αυτά από αγάπη για την αγάπη σου. Γιατί και όταν προσευχόμαστε, η αλήθεια λέει: «ο πατέρας σας γνωρίζει αυτό που χρειάζεστε πριν του το ζητήσετε». Όταν παραδεχόμαστε ενώπιόν σου την άθλια ύπαρξή μας με την εξομολόγηση, όταν σε ευγνωμονούμε για το έλεος που μας έδειξες, σου ανοίγουμε την καρδιά μας για να ολοκληρώσεις μέσα μας το έργο σου και να μας λυτρώσεις. Το κάνουμε για να σωθούμε από τη δυστυχία και να βρούμε σε σένα την ευτυχία. Γιατί εσύ μας κάλεσες να γίνουμε «πτωχοί τω πνεύματι», να γίνουμε πράοι, να κλαίμε, να πεινάμε και να διψάμε για δικαιοσύνη, και να είμαστε ελεήμονες, αγνοί και ειρηνικοί.
Να λοιπόν που σου διηγήθηκα πολλά· τόσα μπόρεσα, και το θέλησα γιατί εσύ πρώτος το θέλησες, κι ο σκοπός μου ήταν ένας: να σου εξομολογηθώ, Κύριε και Θεέ μου, «ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού».
Άραγε θα καταφέρω «με τη γλώσσα της γραφίδας μου» να απαριθμήσω όλες τις φορές που ένιωσα τις παραινέσεις σου, το δέος σου, την παραμυθία σου και τις οδηγίες που μου έδωσες για να κηρύξω το λόγο σου και να γίνω χορηγός των μυστηρίων σου στο λαό σου; Κι αν ακόμη έβρισκα τη δύναμη να τα απαριθμήσω όλα ένα προς ένα, θα ‘πρεπε να διαθέσω και την πιο παραμικρή σταγόνα του λιγοστού χρόνου μου.
Είναι πολύς καιρός που με καίει η φλόγα να μελετήσω το νόμο σου, και να σου εξομολογηθώ τη γνώση και την άγνοιά μου, τις πρώτες λάμψεις της φώτισης, που τις χρωστώ σ’ εσένα, κι όσα σκοτάδια απόμειναν, που οφείλονται σε μένα, όσο η δύναμη δεν θα έχει απορροφήσει την αδυναμία. Σ’ αυτό και μόνο θέλω να κυλήσουν οι ώρες μου, όσες μου αφήνει ελεύθερες η ανάγκη του κορμιού για ανάπαυση, η πνευματική εργασία και οι υπηρεσίες προς τους συνανθρώπους, που είναι χρέος μας ακόμη και όταν δεν τις οφείλουμε.
Κύριε και Θεέ μου, «πρόσχες τη προσευχή μου». Είθε το έλεός σου να εισακούσει τον πόθο μου, που δεν ανάβει μόνο για το δικό μου καλό, αλλά για να υπηρετήσει την αδελφική αγάπη. Εσύ βλέπεις μέσα στην καρδιά μου ότι έτσι είναι. Άσε με να σου προσφέρω θυσία τη σκέψη μου, κάνε να σε υπηρετήσει η γλώσσα μου, και δώσε μου όσα θέλω να σου προσφέρω, γιατί «πτωχός καί πένης ειμί εγώ, κι εσύ πλουτών εις πάντας τους επικαλουμένους σε».
Εξάγνισε από κάθε θράσος και ψεύδος τα χείλη μου, από μέσα κι απ’ έξω. Κάνε να γίνουν οι Γραφές για μένα μια αγνή απόλαυση και να μη χάσω μέσα τους το δρόμο, κι ούτε να χαθούν και άλλοι εξαιτίας μου με όσα θα πω, προσπαθώντας να τις ερμηνεύσω. Κύριε, εισάκουσέ με και ελέησέ με. Κύριε και Θεέ μου, εσύ που είσαι το φως των τυφλών και η αρετή των αδυνάτων, και συνάμα το φως των ορώντων και η αρετή των ισχυρών, πρόσεξε την ψυχή μου και άκουσέ την που φωνάζει από το βάθος της αβύσσου. Γιατί αν τα αυτιά σου δεν μας ακούν ακόμη και στην άβυσσο, πού θα πάμε; Σε ποιόν θα φωνάξουμε;
Εσύ είσαι η μέρα κι εσύ είσαι η νύχτα. Με ένα σου νεύμα οι στιγμές πετούν. Δώσε μας τον αναγκαίο χρόνο για να μελετήσουμε τα μυστικά του νόμου σου και μην κλείσεις τη θύρα του σ’ αυτούς που την κρούουν. Όχι, δεν γίνεται να θέλησες να γραφτούν άσκοπα τόσες σελίδες με βαθύ μυστήριο. Δεν είναι τάχα σαν τα βαθιά εκείνα δάση, όπου ελάφια κρύβονται και αναπαύονται και μηρυκάζουν;
Ώ Κύριε, «κατάρτισαι τα διαβήματά μου» και αποκάλυψέ μου όσα κρύβουν αυτές οι σελίδες. Η φωνή σου είναι η χαρά μου. Ναί, η φωνή σου είναι χαρά υπέρτερη και από την πιό μεγάλη ηδονή. Δώσε μου ό,τι αγαπώ. Δώσε το, γιατί το αγαπώ, γιατί και το να αγαπώ ακόμη εσύ μου το έδωσες. Μην εγκαταλείπεις τις δικές σου δωρεές, μην καταφρονέσεις το διψασμένο δέντρο σου. Θέλω να σου εξομολογηθώ ό,τι βρήκα στα βιβλία σου.
Κύριε, δώσε μου τη χάρη να ακούσω «φωνήν αινέσεως», να μεθύσω από σένα, να δω «τα θαυμάσια εκ του νόμου σου», από την πρώτη ημέρα που έκτισες τον ουρανό και τη γη. Κάνε να φτάσω ως τη βασιλεία της άγιας πολιτείας σου, την συναιώνιά σου.
Αγίου Αυγουστίνου, «Εξομολογήσεις»
Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου