Διαβάζουμε γιά περασμένες ἐποχές καί ὁλοκληρωτικά καθεστῶτα καί ἀποροῦμε πῶς ἦταν δυνατόν οἱ ἄνθρωποι νά ἀφήνονταν ἔτσι χωρίς ἀντίσταση νά παραδοθοῦν στήν καταπίεση μιᾶς ἐπιβολῆς τοῦ τρόπου πού ἔπρεπε νά σκέφτονται καί νά ὑπάρχουν.
Διαβάζουμε τήν ἱστορία τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, γιά παράδειγμα, καί ἀποροῦμε πῶς ἕνας λαός ἀφέθηκε νά πάρει στά σοβαρά καί νά ἀκολουθήσει ὑπάκουα ἕνα παράφρονα. Οἱ ἱστορικοί τῆς περιόδου, ἐκ τῶν ὑστέρων, ξέρουν νά ζητοῦν τό λόγο γιατί ὁ τάδε πρέσβυς τῆς τάδε μεγάλης δυνάμεως εἶχε φιλικές καί ἐγκάρδιες σχέσεις μέ τόν Χίτλερ καί γιατί ὁ δείνα γαλαζοαίματος ἔκανε διακοπές μαζί του στόν ἐξοχικό πύργο του. Τώρα, ἀπό τή θέση τοῦ νικητῆ ἀντιπάλου, σπεύδουν νά καταδικάσουν τήν κοσμοθεωρία τοῦ ἡττημένου, ξεχνῶντας ὅτι, τότε, ἡ ἐπιβολή τοῦ «πολιτικά ὀρθοῦ» –πού τώρα θεωρεῖται «πολιτικά λάθος»– δέν ἔγινε ἀπ’ τή μιά μέρα στήν ἄλλη, ἀλλά ξεκίνησε σάν μόδα, λίγο- λίγο, βῆμα-βῆμα, μέ τό πρόσχημα τοῦ καλοῦ καί τῆς προόδου. Ἡ μία δικαιολογία διαδεχόταν τήν ἄλλη, τό ἕνα «δῆθεν» ἀκολουθοῦσε τό ἄλλο, μέχρι πού ἡ Εὐρώπη αἱματοκυλίστηκε, συμπαρασύροντας μαζί της καί τόν ὑπόλοιπο κόσμο.
Ἀπό τήν ἀρχή τῆς νέας χιλιετίας, λένε αὐτοί πού παρακολουθοῦν καί μελετοῦν τά σημεῖα τῶν καιρῶν, φύγαμε ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἰχθύος –ὅλοι ξέρουν ὅτι ὁ ΙΧΘΥΣ, ἡ λέξη πού σχηματίζεται ἀπό τά ἀρχικά τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, Ἰησοῦς Χριστός, Θεοῦ Υἱός, Σωτῆρ, εἶναι ἕνα ἀπό τά πρῶτα χριστιανικά σύμβολα- καί μπήκαμε στήν ἐποχή τοῦ Ὑδροχόου. Τό νερό εἶναι στοιχεῖο τῆς ἁμαρτίας. «Εἰσήλθοσαν ὕδατα ἕως ψυχῆς μου», μᾶς δίνει ὁ ψαλμός τήν παραστατικότατη εἰκόνα τοῦ πῶς κατακλύζει ἡ ἁμαρτία τίς ψυχές μας ἀπό παντοῦ, ἀπό κάθε μικρό καί ἀνεπαίσθητο κενό πού ἀφήνουμε καί, πολλές φορές, διαπερνάει κι αὐτούς τούς ἴδιους τούς πόρους μας, χωρίς ἐμεῖς νά ἔχουμε συνειδητά ἀφήσει κανένα κενό.
Ἔτσι, ἀπό τήν ἀρχή τῆς νέας χιλιετίας, ὁ κόσμος μας ἐπιστρέφει μέ σταθερό βῆμα στήν κατάσταση πού βρισκόταν πρίν ἀπό δύο χιλιετίες, πρίν ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ΙΧΘΥΟΣ, πρίν ἀπό τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Καί, μάλιστα, οὔτε κἄν ἔτσι. Γιατί, ἡ ἀνθρωπότητα, ἀπό τότε πού ἄρχισε νά ζῆ σέ ὀργανωμένες κοινωνίες –ὅσο πρωτόγονη ἤ στοιχειώδη μορφή κι ἄν εἶχαν– στρεφόταν πάντα σέ δυό πόλους ἡγεσίας: τόν ἀρχηγό καί τόν ἐκπρόσωπο τοῦ ὑπερβατικοῦ χώρου, τοῦ μυστηρίου, τοῦ πνευματικοῦ, μέ ὅποια ἔννοια κι ἄν ἔδινε ὁ κάθε λαός, μάγος, σαμᾶνος, δρυΐδης, ἱερέας-μάντης –εἴτε σάν πρόσωπο εἴτε σάν τόπος-μαντεῖο– προφήτης. Ὅλοι οἱ ἡγεμόνες ἀναγνώριζαν τή δύναμη καί τήν ἐπιρροή πού εἶχαν αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἐκπροσωποῦσαν τήν ψυχή τοῦ κάθε λαοῦ, τούς φόβους, τούς πόθους καί τίς ἐλπίδες του, γι’ αὐτό καί τούς ἐδίωκαν καί ἤθελαν κατά καιρούς νά τούς ἀφανίσουν. Ἀκόμα καί ὁ Καίσαρας φοβόταν τούς δρυΐδες ὅσο δέν φοβήθηκε κανένα στρατό, γι’ αὐτό καί κήρυξε τόσο σκληρό διωγμό ἐναντίον τους. Καί τούς χριστιανούς γιά τόν ἴδιο λόγο τούς φοβήθηκαν οἱ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες καί τούς ἐδίωξαν μέ τέτοια σκληρότητα.
Ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ὑπέγραψε τό περίφημο Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων, τό διάταγμα τῆς ἀνεξιθρησκείας, ἡ ἀνθρωπότητα θεώρησε ὅτι ἔκανε ἕνα βῆμα μπροστά. Καί ὅταν ὁ Ἰουστινιανός τελειοποίησε τό Ρωμαϊκό Δίκαιο καί ὅταν οἱ αὐτοκράτορες στήριξαν τίς ἀξίες καί τό δίκαιο τῶν λαῶν τους πάνω στήν ἀλήθεια καί τό δίκαιο τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἀνθρωπότητα θεώρησε ὅτι ἐκπολιτίζεται, γιατί, ὁ ὑπέρτατος πολιτισμός εἶναι τό νά ἔρθει ἡ βασιλεία τοῦ οὐρανοῦ στή γῆ.
Καί, γιά νά μή θεωρηθεῖ ὅτι ὁ δικός μας λαός διεκδικεῖ τήν ἀποκλειστικότητα στήν εὐσέβεια, ἀρκεῖ νά ἀναφέρουμε τό παράδειγμα τῆς Μεγάλης Βρετανίας, στό Κοινοβούλιο τῆς ὁποίας κάθονται, σέ εἰδική πτέρυγα, 26 ἐπίσκοποι! Ἡ ἐκκλησία τῆς Ἀγγλίας, ἔχει 44 diocesan bishops (κάτι σάν τούς δικούς μας Μητροπολῖτες) καί 69 suffragan bishops (περίπου σάν τούς δικούς μας βοηθούς ἐπισκόπους). Ἀπό τούς 44, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Canterbury καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ York γίνονται ἀμέσως μέ τή χειροτονία τους, μέλη τῆς Βουλῆς τῶν Λόρδων. Τό ἴδιο γίνονται καί οἱ ἐπίσκοποι τοῦ Λονδίνου, τοῦ Winchester καί τοῦ Durham. Οἱ ἄλλες 21 θέσεις καλύπτονται κατά τά πρεσβεῖα τῆς χειροτονίας. Τό σῶμα αὐτό τῶν ἐπισκόπων, ἐπεμβαίνει στήν νομοθεσία, ὅταν κρίνει ὅτι θίγονται οἱ θρησκευτικές ἐλευθερίες ὅλων τῶν πολιτῶν τῆς Μ.Β, ἀνεξάρτητα σέ ποιά θρησκεία ἀνήκουν, ὅπως ἐπίσης ἐπεμβαίνει ὅταν θεωρεῖ πώς θίγονται οἱ ἀσθενέστερες τάξεις καί οἱ φτωχότεροι πολῖτες, ὅπως ἔκανε πρόσφατα, ὅταν ἀντιτάχθηκε σέ περικοπές πού ἤθελε νά ἐπιβάλλει ἡ βρετανική κυβέρνηση στά ἐπιδόματα τῆς Πρόνοιας.
Στή δική μας ὀρθόδοξη καί «εὐσεβῆ» χώρα, ὄχι γιά μέλη τοῦ Κοινοβουλίου δέν τούς θέλουμε τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Μητροπολῖτες, ἀλλά οὔτε τήν παρουσία τους γιά τόν Ἁγιασμό δέν θέλουμε στή Βουλή!... Γιατί; Εἴμαστε ἐμεῖς πιό «προοδευτικοί» καί πιό «δημοκρατικοί» ἀπό τούς Βρετανούς; Ἤ μήπως ἡ Ἑλλάδα ἔχει ἄλλο δίκαιο, διαφορετικό ἀπό τό δίκαιο τοῦ Εὐαγγελίου καί δέν θέλει νά ἐλέγχεται ἀπό τήν Ἐκκλησία της;
Ἐάν, ὅμως, ἐπιτευχθεῖ, στήν ἐποχή μας, ἡ κατάργηση τοῦ δικαίου τοῦ Εὐαγγελίου, μέ ποιό δίκαιο θά ἀντικατασταθεῖ; Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀγαπήσει τό διπλανό του γιατί ἀγαπάει τό Θεό «ἐξ ὅλης τῆς διανοίας καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του», γιατί νά τόν ἀγαπήσει; Καλύτερα νά τόν μισήσει! Ἐάν δέν μοιραστεῖ τά ὑπάρχοντά του μέ τόν διπλανό του γιατί ἔτσι τοῦ ζήτησε ὁ Χριστός, γιατί νά τά μοιραστεῖ; Καλύτερα νά ἁρπάξει καί τά ὑπάρχοντα τοῦ διπλανοῦ του. Ἐάν δέν ὑπάρχει τό πρότυπο τῆς οὐράνιας βασιλείας τοῦ Θεοῦ, γιατί νά ὑπάρχει ἐπίγειο κράτος μέ νόμους καί διατάξεις καί φόρους καί πρόστιμα; Καλύτερα ὁ κόσμος νά βυθιστεῖ στήν ἀναρχία καί στό μηδέν.
Ἡ ἐποχή μας ἐπιχειρεῖ νά χτίσει μιά γέφυρα πίσω στό χρόνο πού νά καλύπτει τήν ἀπόσταση μέχρι αὐτή καθεαυτή τή στιγμή τῆς πτώσης, μέχρι τό πρῶτο κύτταρο τῆς ἐπιθυμίας τοῦ ἀνθρώπου νά γίνει θεός στή θέση τοῦ Θεοῦ καί τόν πρωτογενῆ λογισμό ὅτι ὁ Θεός τοῦ στέκεται ἐμπόδιο σ’ αὐτό τό δρόμο. Ἄν τήν περπατήσουμε αὐτή τή γέφυρα, ποῦ θά ὁδηγηθεῖ ὁ «πολιτισμός» μας; Ἄν ὁ Θεός μοῦ εἶναι ἐμπόδιο, εἶναι δυνατόν νά ἀνεχθῶ ἄνθρωπο νά μέ ἐξουσιάζει; Νά μοῦ βάζει ὅρους καί φραγμούς;
Τήν ἀρχή τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου τή βλέπουμε. Τό τέλος της, ποιός προφήτης μπορεῖ νά τό προφητέψει;
Νινέττα Βολουδάκη
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Μαρτίου 2012
Τεῦχος 117
http://www.agnikolaos.gr/index.php
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου