Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

Η ΑΝΑΛΗΨΙΣ


Η εικόνα της Αναλήψεως διηγείται την τελευταία σωματική εμφάνιση του Χριστού στη γη, τη σκηνή δηλαδή που διηγείται στο τέλος του Ευαγγελίου του ο Λουκάς, όταν ο Χριστός ωδήγησε τους μαθητάς Του στη Βηθανία, κι εκεί, μπροστά τους, ανελήφθη στον ουρανό.

Εκείνη ακριβώς η στιγμή απεικονίζεται στην υπόθεση της Αναλήψεως. Ο Χριστός ανεβαίνει προς τον ουρανό καθισμένος μέσα σ’ένα κύκλο φωτός, συνοδευόμενος από αγγέλους, ενώ οι απόστολοι, έχοντας στο κέντρο την Παναγία –την κλίμακα που ένωσε ουρανό και γη- κυττάζουν έκθαμβοι. Δύο άγγελοι στέκονται πίσω από την Παναγία ενδεδυμένοι με ολόλευκα ενδύματα, και στρέφονται, ο ένας στους μισούς και ο άλλος στους άλλους μισούς αποστόλους, όπως περιγράφεται στο α’ κεφάλαιο των Πράξεων των Αποστόλων: «και ιδού άνδρες δύο παρειστήκεισαν αυτοίς εν εσθήτι λευκή, οι και είπον· άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; Ούτος ο Ιησούς ο αναληφθείς αφ’ υμών εις τον ουρανόν, ούτως ελεύσεται, ον τρόπον εθεάσασθε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν» (α’, 10-11).
Μαζί με τους αποστόλους, εικονίζεται για πρώτη φορά και ο Παύλος, ο οποίος, ιστορικά, δεν ήταν παρών τη στιγμή εκείνη, αλλά αργότερα έγινε μαζί με τον απόστολο Πέτρο πρωτοκορυφαίος της Εκκλησίας. Εδώ, για μια ακόμη φορά φαίνεται η κατάργηση του χρόνου –ή μάλλον η ενοποίησή του- στη Βυζαντινή ζωγραφική. Το σήμερα δεν είναι στεγανά κλειστό, αλλά αποτελεί μια τέλεια ενότητα με τη μέλλουσα πραγματικότητα. Ο Χριστός, αναλαμβανόμενος, δεν άφησε τον κόσμο έρημο, αλλά συνέστησε την Εκκλησία επάνω στα συγκεκριμένα πρόσωπα των αποστόλων, και αυτών που Τον εγνώρισαν κι έζησαν μαζί Του, αλλά και όλων των διαδόχων των αποστόλων, των διαδόχων στο ήθος, στην αγιότητα και στην «εν Αγίω Πνεύματι» κοινωνία. Αυτοί είναι η γενεά του Θεού στον κόσμο, κι αυτοί είναι ενωμένοι αδιάσπαστα και άχρονα μέσα στους αιώνες. Μ’ αυτήν την προοπτική, ο απόστολος Παύλος αποτελεί τμήμα της υποθέσεως της Αναλήψεως, σαν μετέπειτα πρωτοκορυφαίος απόστολος.
Στο μέσο δε όλων, πάντοτε, ο Τύπος της Εκκλησίας, η Παναγία, άλλοτε υψώνει σε δέηση τα χέρια προς το Χριστό παρακαλώντας για όλη την κτίση, άλλοτε παραμένει σε στάση κατά μέτωπον, σταθερή κι αμετακίνητη, στη στάση, δηλαδή, της Εκκλησίας ως προς την πίστη και τα δόγματα.
Βυζαντινή ζωγραφική θεωρία, Νινέττα Βολουδάκη 
Εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 1995

  

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου